Γενική Απεργία : Συμπεράσματα και καθήκοντα

Χθες για δεύτερη φορά μέσα σε 15 μέρες, η χώρα παρέλυσε από μια ακόμα μεγάλη γενική απεργία. Κατά γενική ομολογία η συμμετοχή στην απεργία υπήρξε μεγαλύτερη από την προηγούμενη της 24ης Φλεβάρη. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, η συμμετοχή προσέγγισε το 90%. Τα δημοσιεύματα των αστικών εφημερίδων με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία, ανέφεραν ότι ο αριθμός των συγκεντρωμένων στην Αθήνα ήταν περίπου 30.000. Όμως όσοι μπόρεσαν να έχουν άποψη «ιδίοις όμασι» και από τις δύο μεγάλες συγκεντρώσεις των ΓΣΣΕ-ΑΔΕΔΥ στο Πεδίον του Άρεως και του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια, μιλούν με βεβαιότητα για ένα αρκετά μεγαλύτερο αριθμό, που θα μπορούσε να προσεγγίσει αθροιστικά τις 50.000.

Χθες για δεύτερη φορά μέσα σε 15 μέρες, η χώρα παρέλυσε από μια ακόμα μεγάλη γενική απεργία. Κατά γενική ομολογία η συμμετοχή στην απεργία υπήρξε μεγαλύτερη από την προηγούμενη της 24ης Φλεβάρη.

Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, η συμμετοχή προσέγγισε το 90%. Τα δημοσιεύματα των αστικών εφημερίδων με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία, ανέφεραν ότι ο αριθμός των συγκεντρωμένων στην Αθήνα ήταν περίπου 30.000. Όμως όσοι μπόρεσαν να έχουν άποψη «ιδίοις όμασι» και από τις δύο μεγάλες συγκεντρώσεις των ΓΣΣΕ-ΑΔΕΔΥ στο Πεδίον του Άρεως και του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια, μιλούν με βεβαιότητα για ένα αρκετά μεγαλύτερο αριθμό, που θα μπορούσε να προσεγγίσει αθροιστικά τις 50.000.

Τρία ήταν τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των συγκεντρώσεων, που αντανακλούν τη συνολικότερη ψυχολογία της εργατικής τάξης σε αυτό το κρίσιμο στάδιο της ταξικής πάλης.

Το πρώτο και κυρίαρχο στοιχείο ήταν η οργή για τα μέτρα και η μαχητική διάθεση απέναντι στην κυβέρνηση και το κεφάλαιο. Οι πλατύτερες μάζες των εργαζόμενων αρχίζουν να συνειδητοποιούν την ωμή ταξική πραγματικότητα και τον αληθινό ρόλο της κυβέρνησης, αντιλαμβανόμενες ότι οι τσέπες τους αδειάζουν για να εξασφαλιστούν τα υπερκέρδη των δανειστών του Δημοσίου, τραπεζιτών τοκογλύφων ντόπιων και ξένων.

Το δεύτερο στοιχείο ήταν η βαθειά δυσπιστία για το ρόλο της κυρίαρχης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι στον χώρο μπροστά από την εξέδρα όπου εκφώνησαν τους λόγους τους οι ηγέτες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, η συγκέντρωση ήταν πολύ αραιή και αποτελούταν αποκλειστικά από συνδικάτα του Δημοσίου που ελέγχει η ΠΑΣΚΕ. Ο κύριος όγκος των συγκεντρωμένων στο Πεδίου του Άρεως, στην κυριολεξία έστρεψε την πλάτη του στην εξέδρα και προτίμησε να σταθεί μπροστά από το Μουσείο, όπου καλούσε σε προσυγκέντρωση το συντονιστικό πρωτοβάθμιων σωματείων, ο ΣΥΡΙΖΑ και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά. Αυτό το γεγονός ήταν μια χαρακτηριστική αντανάκλαση της γενικευμένης αποδοκιμασίας της συμβιβαστικής ηγετικής συνδικαλιστικής πλειοψηφίας. Συζητώντας με τους συγκεντρωμένους, αυτό που μπορούσε να αντιληφθεί κανείς ήταν η παντελής έλλειψη εμπιστοσύνης στη στάση της συνδικαλιστικής ηγεσίας, η δυσφορία για την τακτική του «διαλόγου» που ακολούθησε όλη την προηγούμενη περίοδο και ο προβληματισμός για τον πρόχειρο, δίχως αποφασιστικότητα και σαφή προγραμματισμό τρόπο με τον οποίο καθοδηγεί τις κινητοποιήσεις.

Το τρίτο στοιχείο είναι η σύγχυση σχετικά με τις διεκδικήσεις που πρέπει να προβληθούν από το εργατικό κίνημα. Αυτή είναι το αποτέλεσμα της απουσίας σαφών και ξεκάθαρων διεκδικήσεων από τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες της εργατικής τάξης, που σε γενικές γραμμές περιορίζονται στο σύνθημα της κατάργησης των μέτρων, χωρίς να προβάλουν μια στοιχειωδώς συγκροτημένη πρόταση για μια λύση προς όφελος της εργατικής τάξης μπροστά στη χρεοκοπία του καπιταλισμού.

Τι πρέπει να γίνει

Η δίκαιη οργή και η μαχητικότητα των εργαζόμενων δεν αρκούν για να φέρουν τη νίκη. Η αστική τάξη αντιμέτωπη με το φάσμα της κρατικής χρεοκοπίας και ευρισκόμενη στη δίνη μιας βαθειάς ύφεσης, δεν πρόκειται να υποχωρήσει εύκολα. Η οργή και η μαχητικότητα για να καταλήξουν στη νίκη πρέπει να αποκτήσουν ένα ξεκάθαρο σχέδιο αποτελεσματικού συντονισμού και κλιμάκωσης του αγώνα, καθώς και συγκεκριμένες διεκδικήσεις που θα στρέφονται στη «ρίζα» του προβλήματος.

Οι στιγμές είναι ιστορικές. Αν τα μέτρα τελικά περάσουν θα δημιουργηθεί απογοήτευση και ηττοπάθεια. Αποτελεσματικός αγώνας όμως σημαίνει αγώνας ενωτικός. Για το σκοπό αυτό, επιτέλους η ηγεσία του ΠΑΜΕ πρέπει να επιτρέψει στους χιλιάδες κομμουνιστές και τον περίγυρό τους στα συνδικάτα να διαδηλώσουν μαζί με τους υπόλοιπους εργαζόμενους! Όλες οι πολιτικές και συνδικαλιστικές μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης πρέπει να συμπράξουν και να δράσουν σαν μια γροθιά. Η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ πρέπει να συγκροτήσουν έναν Ενιαίο Μέτωπο Αγώνα, καλώντας τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ που διαφωνούν με την κυβέρνηση να συμπαραταχτούν σε αυτό.

Οι ηγεσίες πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι οι εργαζόμενοι έχουν ήδη κάνει σημαντικές θυσίες για να συμμετάσχουν σε αγώνες, χωρίς να δουν αποτέλεσμα. Έχουν συμμετάσχει σε έναν αριθμό - ρεκόρ γενικών απεργιών τα τελευταία 4-5 χρόνια, χάνοντας μέρος του εισοδήματός τους χωρίς να πετύχουν νίκες. Επιπρόσθετα, εργαζόμενοι σε συγκεκριμένους κλάδους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως εκείνοι της ΔΕΗ, οι δάσκαλοι, οι λιμενεργάτες, οι συμβασιούχοι και οι εργάτες στους Δήμους, εκτός από τις γενικές απεργίες έχουν δώσει σκληρούς αγώνες διαρκείας στους χώρους τους, χωρίς νικηφόρο αποτέλεσμα. Μόνο τις τελευταίες εβδομάδες οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν απανωτές μέρες απεργίας. Υπάρχει ένα όριο στην αντοχή των εργαζόμενων, ειδικά σε περιόδους κρίσης όπως η σημερινή.

Η ηγεσία έχει καθήκον να αξιοποιήσει αυτή τη μαχητική διάθεση και να μην τη σπαταλά σε πρόχειρες και αποσπασματικές κινητοποιήσεις. Αν οι εργαζόμενοι δεν δουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα κλιμάκωσης, αλλά και αποφασιστικότητα να φθάσει ο αγώνας μέχρι το τέλος, τότε θα απογοητευθούν. Αν αντίθετα δουν την ηγεσία αποφασισμένη να φθάσει τον αγώνα μέχρι τέλους, τότε «θα σφίξουν τα δόντια» και θα ακολουθήσουν, συνειδητοποιώντας ότι οι θυσίες τους είναι πολύ πιθανό να πιάσουν τόπο, για να αποφευχθεί ένα ακόμα πιο «γκρίζο» μέλλον.

Τι σχέδιο έχει όμως για την κλιμάκωση του αγώνα η ηγεσία; Κανείς δεν ξέρει! Το μόνο που γνωρίζουμε σχετικά με το μέλλον των κινητοποιήσεων είναι ένα κάλεσμα σε συλλαλητήριο από την ΑΔΕΔΥ και Ομοσπονδίες Εργαζομένων για την ερχόμενη Τρίτη. Όμως ένα ακόμα συλλαλητήριο δεν συνιστά κλιμάκωση, αλλά αντίθετα, αν δεν συνοδευτεί από ένα ακόμα πιο αποφασιστικό και συγκεκριμένο μακρόπνοο απεργιακό πλάνο, μπορεί να σημαίνει διάθεση για αποκλιμάκωση. Αν αυτό το μήνυμα σταλεί τελικά στις πλατειές μάζες των εργαζόμενων, τότε σε τέτοιου είδους συλλαλητήρια, είναι βέβαιο ότι τα ηγετικά στελέχη των συνδικάτων θα νιώσουν απέραντη μοναξιά….

Θα είναι ένα εγκληματικό λάθος αν τώρα, με νωπή την παρακαταθήκη των δύο επιτυχημένων γενικών απεργιών, η ηγεσία κινηθεί προς «άλλες μορφές δράσης», αντί να κλιμακώσει τον απεργιακό αγώνα. Ο απεργιακός αγώνας πρέπει να κλιμακωθεί στη βάση ενός συγκεκριμένου, πολύπλευρου προγράμματος που θα αναγκάσει την κυβέρνηση και την αστική τάξη να κάνουν πίσω. Για το σκοπό αυτό, χρειάζεται μια ενωτικά οργανωμένη 48ωρη γενική απεργία μέσα στο προσεχές δεκαήμερο, με ενιαία και καλά περιφρουρημένα μαζικά απεργιακά συλλαλητήρια και διαδηλώσεις σε όλες τις μεγάλες πόλεις, συνδυασμένη με την έκκληση στους εργάτες μεγάλων επιχειρήσεων που απολύονται ή μένουν απλήρωτοι, να τις καταλαμβάνουν διεκδικώντας εθνικοποίηση με εργατικό έλεγχο και διαχείριση.

Παράλληλα, ο αγώνας είναι ανάγκη να αποκτήσει ξεκάθαρες διεκδικήσεις, που θα δείξουν στους εργαζόμενους μια διέξοδο από την κρίση προς όφελος των δικών τους ταξικών συμφερόντων. «Αιχμές» αυτών των διεκδικήσεων πρέπει να είναι η παύση πληρωμής των τοκογλυφικών δανείων, με παράλληλη εθνικοποίηση των τραπεζών που θα σημάνει το σβήσιμο του 30% του χρέους που κατέχουν σε ομόλογα οι ελληνικές τράπεζες, το «35ωρο-5ημερο-7ωρο» χωρίς μείωση μισθών για να αντιμετωπιστεί η ανεργία, την απαλλοτρίωση κάθε μεγάλης εταιρείας που κλείνει ή απολύει, κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση κ.α. (δείτε το πλαίσιο διεκδικήσεων που προτείνει η Μαρξιστική Φωνή εδώ ).

Πάνω από όλα, οι ηγεσίες των κομμάτων της Αριστεράς είναι ανάγκη να δώσουν διέξοδο στις αγωνιώδεις αναζητήσεις των εργαζόμενων για την προοπτική μιας πολιτικής λύσης. Πρέπει να αφήσουν τα «μισά» και αόριστα λόγια και να εξηγήσουν στους εργαζόμενους ότι ο κυβερνητικός ισχυρισμός πως είναι μονόδρομος η καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου είναι ψέμα και πως υπάρχει άλλη πολιτική. Οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να καλέσουν τους εργαζόμενους να παλέψουν για την εθνικοποίηση κάτω από εργατικό έλεγχο και διαχείριση των βασικών τομέων της οικονομίας και να τους ζητήσουν πολιτική στήριξη για να εφαρμόσουν αυτή την πολιτική στην εξουσία.

Σε τελική ανάλυση μόνο αυτός ο δρόμος μπορεί να δικαιώσει τους αγώνες των εργαζόμενων και να δώσει μια νικηφόρα προοπτική στη χθεσινή μεγάλη γενική απεργία.

Σταμάτης Καραγιαννόπουλος

Source: Μαρξιστική Φωνή